Αποκατάσταση μετά από Μαστεκτομή
Αποκατάσταση μετά από Μαστεκτομή
Η μαστεκτομή, είτε γίνεται για θεραπευτικού λόγους σε περιπτώσεις καρκίνου του μαστού είτε γίνεται προφυλακτικά σε περιπτώσεις γυναικών πολύ υψηλού κινδύνου, αποτελεί ακρωτηριαστική επέμβαση με έντονες ψυχολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις.
Η αποκατάσταση του μαστού μετά από μαστεκτομή, με τις σύγχρονες τεχνικές της πλαστικής χειρουργικής, προσπαθεί να μετριάσει τις επιπτώσεις αυτές αποκαθιστώντας την φυσιολογική εμφάνιση της γυναίκας.
Υπάρχουν πολλές τεχνικές αποκατάστασης αλλά, πρακτικά, όλες αυτές χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: την αποκατάσταση με ενθέματα και την αποκατάσταση με αυτόλογους ιστούς.
Αποκατάσταση με ενθέματα
Η αποκατάσταση μετά μαστεκτομή με ενθέματα είναι η συνηθέστερη και απλούστερη τεχνική αποκατάστασης. Τα ενθέματα πρακτικά είναι μικροί «σάκοι» γεμάτοι με κάποιο ειδικό υλικό.
Το περίβλημα των ενθεμάτων είναι συνήθως από σιλικόνη ή πολυουρεθάνη. H επιφάνεια του περιβλήματος μπορεί να είναι λεία ή αδρή.
Το περιεχόμενο των ενθεμάτων μπορεί να είναι φυσιολογικός ορός (αλατούχο διάλυμα), gel σιλικόνης ή αφρός πολυουρεθάνης.
Το μέγεθος και το σχήμα των ενθεμάτων ποικίλει ώστε να είναι κατάλληλα για κάθε περίπτωση.
Η αποκατάσταση με ενθέματα μπορεί να γίνει στο ίδιο χειρουργείο με τη μαστεκτομή (σύγχρονη αποκατάσταση) ή σε μεταγενέστερο χρόνο.
Στην πρώτη περίπτωση συνήθως συνδυάζεται με μαστεκτομή με διατήρηση δέρματος (skin sparing mastectomy) ή με μαστεκτομή με διατήρηση δέρματος-θηλής (nipple-sparing mastectomy).
Το ένθεμα τοποθετείται πίσω από τον μείζονα θωρακικό μυ, τον μυ δηλαδή που φυσιολογικά βρίσκεται ακριβώς πίσω από τον μαστό της γυναίκας.
Αυτή η «μη φυσιολογική» τοποθέτηση του νέου τεχνητού μαστού προσφέρει καλύτερη κάλυψη και σταθερότητα στο ένθεμα.
Σε πολλές περιπτώσεις, όπως μετά από μαστεκτομή χωρίς διατήρηση δέρματος ή σε ανάπλαση σχετικά μεγάλου μαστού, η αποκατάσταση μπορεί να ολοκληρωθεί σε δύο στάδια.
Στο πρώτο στάδιο τοποθετείται πίσω από τον μυ ένα διατατήρας ιστών.
Ο διατατήρας είναι ένας άδειος «σάκος» με περίβλημα σιλικόνης που φέρει ειδική βαλβίδα στην επιφάνειά του.
Περιοδικά, μετά την τοποθέτησή του και σε διάστημα μερικών μηνών, ο διατατήρας, με τη χρήση μιας κοινής σύριγγας και διαμέσου της βαλβίδας του, γεμίζει με φυσιολογικό ορό.
Όταν δημιουργηθεί ο απαραίτητος χώρος για να δεχθεί το μόνιμο ένθεμα, τότε αυτό τοποθετείται με μια δεύτερη χειρουργική επέμβαση.
Τα τελευταία χρόνια κερδίζει έδαφος η αποκατάσταση με τοποθέτηση του ενθέματος μπροστά από τον μείζονα θωρακικό μυ, στη φυσιολογική δηλαδή θέση του μαστού.
Η μέθοδος αυτή θα πρέπει να εφαρμόζεται μετά από αυστηρή επιλογή των ασθενών με βάση τόσο ογκολογικά όσο και ανατομικά κριτήρια.
Αποκατάσταση με αυτόλογους ιστούς
Κατά την αποκατάσταση με αυτόλογους ιστούς λαμβάνεται ένα τμήμα ιστών από ένα σημείο του σώματος της ασθενούς και μεταφέρεται στο θώρακα ώστε με αυτό να κατασκευασθεί ο νέος μαστός.
Το τμήμα αυτό ονομάζεται κρημνός (flap) και, κατά περίπτωση, μπορεί να αποτελείται από δέρμα, λίπος και τμήμα μυός ή από δέρμα και λίπος ή τέλος από λίπος και τμήμα μυός.
Ο κρημνός άλλοτε κρέμεται από ένα «μίσχο» αγγείων (αρτηρίες, φλέβες) ώστε να εξασφαλίζεται η αιμάτωσή του και η επιβίωσή του στη νέα θέση που τοποθετείται (μισχωτός κρημνός) και άλλοτε είναι ελεύθερος.
Στην περίπτωση του ελεύθερου κρημνού θα πρέπει τα αγγεία που τον αιματώνουν και τα οποία έχουν κοπεί να ενωθούν (αναστομωθούν) με αγγεία στην περιοχή του θώρακα ώστε να εξασφαλισθεί η επιβίωσή του.
Οι κρημνοί, ανάλογα με την τεχνική που ακολουθείται, μπορεί να λαμβάνονται από διάφορα σημεία του σώματος.
Μερικοί από τους πιο συχνά χρησιμοποιούμενους κρημνούς είναι ο κρημνός του πλατέως ραχιαίου μυός (LD flap), ο κρημνός του ορθού κοιλιακού μυός (TRAM flap), ο κρημνός των εν τω βάθει κάτω επιγαστρίων (DIEP flap) και ο κρημνός της γλουτιαίας αρτηρίας (GAP flap).
Ο κρημνός του πλατέως ραχιαίου μυός (LD flap) είναι μισχωτός κρημνός και αποτελείται από τον πλατύ ραχιαίο μυ με ή χωρίς τμήμα δέρματος.
Ο πλατύς ραχιαίος είναι μυς που ξεκινάει από τον βραχίονα στην περιοχή της μασχάλης και απλώνει σαν βεντάγια στο μεγαλύτερο τμήμα της ράχης.
Όταν ο κρημνός περιλαμβάνει και δέρμα αυτό λαμβάνεται από την περιοχή της ράχης.
Ο κρημνός του ορθού κοιλιακού μυός (TRAM flap) είναι μισχωτός και αποτελείται από τον ορθό κοιλιακό μυ μαζί με δέρμα και λίπος που λαμβάνεται από το κατώτερο τμήμα της κοιλιάς.
Ο κρημνός των εν τω βάθει κάτω επιγαστρίων (DIEP flap) είναι ελεύθερος και αποτελείται από δέρμα και λίπος που, όπως και στην περίπτωση του TRAM flap, λαμβάνεται από το κατώτερο τμήμα της κοιλιάς.
Ο κρημνός της γλουτιαίας αρτηρίας (GAP flap) είναι ελεύθερος και αποτελείται από δέρμα και λίπος που λαμβάνεται από τον γλουτό.
Προβληματισμοί και Προβλήματα
Σε κάθε περίπτωση ο βασικός προβληματισμός είναι η επιλογή της καταλληλότερης μεθόδου αποκατάστασης.
Η επιλογή αυτή βασίζεται σε πολλούς παράγοντες όπως τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της γυναίκας (ανατομικά χαρακτηριστικά, τρόπος ζωής, άλλα νοσήματα), τις προηγούμενες ή επόμενες ογκολογικές θεραπείες (χειρουργικές επεμβάσεις, ακτινοθεραπεία), τις επιθυμίες της γυναίκας (επιθυμία για απόλυτη συμμετρία, μη αποδοχή χρήσης ξένου σώματος) και την εμπειρία του πλαστικού χειρουργού στην κάθε μέθοδο.
Γενικότερα, σε κάθε τρόπο αποκατάστασης, με ενθέματα ή αυτόλογους ιστούς, υπάρχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα.
Η αποκατάσταση με ενθέματα περιλαμβάνει επεμβάσεις απλούστερες και μικρότερης χειρουργικής διάρκειας.
Σαν μειονεκτήματα θεωρούνται η αναγκαιότητα εισαγωγής ξένου υλικού (ένθεμα) στο σώμα της ασθενούς, η αδυναμία επίτευξης συμμετρίας (τουλάχιστον μακροπρόθεσμης) σε περιπτώσεις αποκατάστασης ενός μαστού και το φτωχό αισθητικό αποτέλεσμα σε περίπτωση που προηγήθηκε ή ακολουθεί ακτινοθεραπεία.
Ένα πρόβλημα που αναδύθηκε στις τελευταίες δεκαετίες είναι ο συσχετισμός της τοποθέτησης ενθεμάτων αδρής επιφάνειας με την ανάπτυξη μιας αιματολογικής κακοήθειας, του αναπλαστικού λεμφώματος από μεγάλα κύτταρα.
Η συχνότητά του δεν είναι σαφής αλλά φαίνεται να κυμαίνεται μεταξύ 0.05-0.8% των περιπτώσεων με τοποθέτηση ενθέματος αδρής επιφάνειας και με την μεγαλύτερη συχνότητα σε παρουσία ενθέματος για 10 και περισσότερα έτη.
Στην αποκατάσταση με αυτόλογους ιστούς το αποτέλεσμα είναι πιο φυσικό και δεν επηρεάζεται από την ακτινοθεραπεία, επιτυγχάνεται πιο εύκολα μακροπρόθεσμη συμμετρία και δεν απαιτείται εισαγωγή ξένου υλικού.
Σαν μειονεκτήματα θεωρούνται η πολυπλοκότητα και η μεγαλύτερη διάρκεια των επεμβάσεων, η δημιουργία επιπλέον τραυμάτων και ουλών στην περιοχή από όπου λαμβάνεται ο κρημνός και η αναγκαιότητα υψηλού βαθμού εμπειρίας από τον χειρουργό.