Κοκκιωματώδης Μαστίτιδα
Κοκκιωματώδης μαστίτιδα
Η κοκκιωματώδης μαστίτιδα είναι μια σπάνια φλεγμονώδης πάθηση του μαστού.
Σε μικρό ποσοστό οφείλεται σε γνωστά αίτια όπως μικροβιακές λοιμώξεις (φυματίωση, τύφος κ.ά.) ή τραυματισμό και παρουσία ξένου σώματος στο μαστό.
Μερικές φορές αποτελεί εντόπιση στο μαστό συστηματικής αυτοάνοσης νόσου όπως η σαρκοείδωση και η κοκκιωμάτωση Wegener.
Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι αγνώστου αιτιολογίας και χαρακτηρίζεται ως λοβιώδης κοκκιωματώδης μαστίτιδα.
Η κοκκιωματώδης μαστίτιδα εμφανίζεται αρχικά ως ψηλαφητή υπόσκληρη μάζα στο μαστό.
Συχνά στο στάδιο αυτό συγχέεται με την ανάπτυξη κακοήθειας και απαιτείται βιοψία με βελόνη για την ακριβή διάγνωση.
Στην εξέλιξη της νόσου εμφανίζεται ερυθρότητα στο δέρμα που καταλήγει σε νέκρωση του δέρματος με σχηματισμό έλκους (πληγής) και συριγγίου (οπή με εκρροή υγρού).
Αντιμετώπιση
Σε περιπτώσεις που η αιτιολογία της κοκκιωματώδους μαστίτιδας είναι γνωστή (λοίμωξη, ξένο σώμα) η αντιμετώπιση της αιτίας οδηγεί σε ίαση.
Στην περίπτωση της λοβιώδους κοκκιωματώδους μαστίτιδας η αρχική θεραπεία περιλαμβάνει αντιβιοτικά για την αντιμετώπιση της επιμόλυνσης με μικρόβια καθώς και αγωγή με κορτικοειδή.
Συχνά, μετά από μια αρχική βελτίωση, η νόσος υποτροπιάζει και μπορεί να απαιτηθεί θεραπεία με ανοσοκατασταλτικά φάρμακα.
Η χειρουργική αφαίρεση αποτελεί έσχατη λύση διότι πάντα υπάρχει η πιθανότητα υποτροπής της νόσου σε άλλο σημείο του μαστού.